H Ιερά Μονή Βωσάκου, βρίσκεται στην άκρη μικρού οροπεδίου στις νότιες υπώρειες των Ταλλαίων Ορέων και είναι αφιερωμένη στον Τίμιο Σταυρό. Η ακριβής

εποχή ίδρυσης της είναι άγνωστη, αν και θραύσματα τοιχογραφικού διακόσμου οι οποίες βρέθηκαν στον χώρο και χρονολογούνται στον 14ο – 15ο αιώνα παραπέμπουν σε αυτό το χρονικό διάστημα. Η Μονή αναφέρεται σε δύο νοταριακά έγγραφα, του 1628 και 1629, χωρίς να δίνονται περισσότερες πληροφορίες για αυτό. Οι μοναχοί της Μονής συμμετείχαν στις επαναστάσεις εναντίον της οθωμανικής εξουσίας. Συνέπεια της δράσης τους αυτής ήταν οι συχνές καταστροφές της Μονής, όπως έγινε το 1821 που πυρπολήθηκε από τους Tούρκους με αποτέλεσμα να υποστούν καταστροφές ο ναός, η βιβλιοθήκη και το αρχείο της. Οι περισσότεροι μοναχοί της σφαγιάστηκαν. Η συμμετοχή της Μονής στην επανάσταση του 1866 – 1869 υπό την ηγεμονία του ηγούμενου Μελχισεδέκ Βαρδιάμπαση είχε ως αποτέλεσμα την καταστροφή της για μια ακόμα φορά, το 1867. Μετά το θάνατο των τελευταίων μοναχών το 1960 η Μονή εγκαταλείπεται και οι χώροι της χρησιμοποιήθηκαν ως σταύλοι. Το 1998 η Μητρόπολη Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου αποφάσισε την επανίδρυση της. Το 2000 ξεκίνησε το κυρίως πρόγραμμα αναστήλωσής της. Σήμερα αποτελεί σημαντικό προσκυνηματικό κέντρο της περιοχής. Στο μοναστήρι σώζονται πολλά κειμήλια, ανάμεσά τους εικόνες του 19ου αιώνα, και ένας χρυσοκέντητος επιτάφιος του 1761, με ασυνήθιστη αφιερωματική επιγραφή, που εξαπολύει κατάρα για όποιον τον κλέψει.

To κτηριακό συγκρότημα της Μονής είναι φρουριακού τύπου με περίβολο. Η κάτοψη του συγκροτήματος είναι ακανόνιστου σχήματος προσαρμοσμένο στο ανάγλυφο του εδάφους. Η Μονή πήρε τη σημερινή της μορφή σταδιακά. Τα οικοδομήματα διατάσσονται σε τρία επίπεδα λόγω του κεκλιμένου εδάφους και κατανέμονται σε τρεις πτέρυγες, τη βόρεια, τη νότια και τη δυτική. Η Μονή έχει επτά εισόδους. Η κύρια είσοδος – διαβατικό βρίσκεται στην ανατολική πλευρά. Σε αυτήν οδηγεί ένα λιθόστρωτο. Η είσοδος έχει θύρωμα από λαξευτές πέτρες, το κλειδί του οποίου έχει έναν εντυπωσιακό ανάγλυφο σταυρό και τη χρονολογία κατασκευής του, το 1669. Στη νότια πτέρυγα βρίσκονται η Τράπεζα, το Αρχονταρίκι και στο ισόγειο σταύλοι βοοειδών, αποθηκευτικοί χώροι, εργαστήρια για την επεξεργασία μελιού και κεριού, ελαιοτριβείο και αποστακτήριο για την παραγωγή ρακής. Στη βόρεια πτέρυγα βρίσκονται αποθηκευτικοί χώροι και κελιά ενώ στη δυτική το Ηγουμενείο και στο ισόγειο η κουζίνα. Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η μνημειακή κρήνη της Μονής κατασκευάστηκε τον 17ο αι. και συνδεόταν με θολοσκέπαστη δεξαμενή στην οποία έφτανε το νερό από παρακείμενη πηγή. Έχει εγχάρακτη κτητορική επιγραφή όπου διακρίνεται η ημερομηνία 1672 ΑΥΓΟΎΣΤΟΥ 5.

Το καθολικό της Μονής βρίσκεται στη μέση περίπου του αύλειου χώρου. Είναι ένα ψηλό, ορθογωνικό, καμαροσκέπαστο κτήριο με είσοδο στα δυτικά και μονόλοβο, τοξωτό καμπαναριό. Σύμφωνα με επιγραφή που σώζεται κατασκευάστηκε το 1899. Σπαράγματα τοιχογραφιών του 14ου – 15ου αιώνα, που βρέθηκαν συγκεντρωμένα κάτω από δάπεδο της κεντρικής αυλής, προφανώς ανήκουν στο παλιό καθολικό, το οποίο ήταν ερειπωμένο όταν κατασκευάστηκε το σημερινό. Ίχνη του πρώτου αυτού ναού δεν βρέθηκαν, καθώς φαίνεται ότι ο σημερινός θεμελιώθηκε ακριβώς πάνω από αυτόν.